Ο Τομά Πικετί κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στους Ευρωπαίους ηγέτες, σε συνέντευξή του στο CNBC.
«Οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να υιοθετήσουν μια πιο “ρεαλιστική” προοπτική για την Ελλάδα δίνοντας χώρο στην “άφεση του χρέους”», προειδοποιεί, ο γάλλος οικονομολόγος, Τομάς Πικετί σε συνέντευξή του στο αμερικανικό CNBC, την Τρίτη.
Υποστήριξε μάλιστα ότι η γερμανίδα Καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, κρατά μια υποκριτική στάση, καθώς η γερμανική οικονομία έχει επωφεληθεί στο παρελθόν από την ευελιξία που έδειξαν οι εταίροι σχετικά με την μείωση του χρέους του Β’ ‘Παγκοσμίου Πολέμου. Χωρίς παραχωρήσεις που θα επιτρέπουν στην Αθήνα να επενδύσει σε υποδομές και θα διασφαλίζουν την οικονομική ανάπτυξη, η Ελλάδα θα μπορούσε να εγκαταλείψει τη ζώνη του ευρώ – να πραγματοποιηθεί το λεγόμενο Grexit – και αυτό με τη σειρά του να αποτελέσει «την αρχή του τέλους» για το κοινό νόμισμα, συμπληρώνει ο οικονομολόγος.
«Πρέπει να ξεφύγουμε από την ιδεολογική προσέγγιση και να καταλήξουμε σε μια συμφωνία» ανέφερε ο συγγραφέας του βιβλίου «Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα» (Capital in the 21rst Century) σε μια συνέντευξη που έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου στους ευρωπαίους ηγέτες.
«Οι ηγέτες διαπραγματεύονται μια έσχατη συμφωνία αφότου οι Έλληνες ψηφοφόροι την Κυριακή, απέρριψαν πανηγυρικά την προηγούμενη πρόταση των πιστωτών για την διάσωση της Ελλάδας . Άλλωστε το να δεχτούν χαμηλές υποχρεώσεις από την ελληνική πλευρά ως αντάλλαγμα ενός δανείου τους προκαλεί έντονη ανησυχία μήπως κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες με υψηλό χρέος πιέσουν για προγράμματα στο μέλλον.
«Αλλά η Ευρώπη οφείλει να είναι πολύ πιο προσεκτική για να μην χειροτερέψει η σχέση της με την Ελλάδα», υπογράμμισε ο Πικετί διευκρινίζοντας πως «σε μια τέτοια εξέλιξη ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος οι ευρωπαίοι ηγέτες να σπρώξουν την Ελλάδα προς τη Ρωσία, γεγονός που θα διαταράξει σοβαρά το κοινό νόμισμα».
«Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος όλο αυτό να καταλήξει πολύ άσχημα, αν η Ελλάδα και η Ευρώπη δεν συνάψουν μια συμφωνία»
Τέλος σημείωσε πως «οι πιστωτές συνεχίζουν να διατηρούν μη ρεαλιστικές προσδοκίες για ένα μελλοντικό πλεόνασμα του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού».