Οι αλλαγές στη ρύθμιση των 100 δόσεων που έρχονται με το νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα μέτρα. αφορούν το επιτόκιο, τις δόσεις και τα όρια σε συνάρτηση με τη φοροδοτική ικανότητα των οφειλετών.
Αναλυτικότερα, το επιτόκιο αυξάνεται σε 5% για όλους όσοι έχουν χρέος πάνω από 5.000 ευρώ ενώ για τους μικροοφειλέτες εισάγονται τρία κριτήρια
Στο 5% αυξάνεται από 3% το επιτόκιο για όσους έχουν οφειλές πάνω από 5.000 ευρώ.
Για φορολογούμενους με μικρότερη οφειλή για να μην ισχύσει επιτόκιο 5% θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, η ακίνητη περιουσία του οφειλέτη σύμφωνα με το Ε9 είναι αντικειμενικής αξίας έως 150.000 ευρώ και η υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή υπερβαίνει το 50% του δηλωθέντος ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη.
Τη ρύθμιση χάνουν όσοι οφειλέτες δεν έχουν πληρώσει ή ρυθμίσει τις νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές τους (ατομικές ή αυτές για τις οποίες υπάρχει ευθύνη καταβολής) μέσα σε τρεις μήνες από την προθεσμία πληρωμής
Επίσης καθιερώνεται η δυνατότητα μείωσης του αριθμού των δόσεων εάν ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να πληρώνει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες, οποτεδήποτε καθ΄ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
Αλλαγές στην πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων
Μειώνεται το επιτόκιο από το 8% στο 5%, μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου, για νέες ρυθμίσεις και για ανεξόφλητες δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων.
Αναστέλλεται για δύο χρόνια η υποχρέωση υποβολής στοιχείων που να αποδεικνύουν τη δυνατότητα καταβολής των δόσεων για χρέη έως 5.000 ευρώ και εγγράφων που να αποδεικνύουν την προσωρινή οικονομική αδυναμία προκειμένου για χρέη άνω των 50.000 ευρώ.
Μίνι χάρτης
– Για τις οφειλές άνω των 5.000 ευρώ το επιτόκιο θα αυξηθεί από το 3% στο 5%.
– Για τις οφειλές κάτω των 5.000 ευρώ, τίθενται 3 προϋποθέσεις προκειμένου να παραμείνουν άτοκες:
1. Ο οφειλέτης να είναι φυσικό πρόσωπο χωρίς επιχειρηματική δραστηριότητα
2. Ο οφειλέτης να μην έχει ακίνητη περιουσία άνω των 150.000 ευρώ
3. Το χρέος του οφειλέτη όταν μπήκε στη ρύθμιση να μην ξεπερνούσε το 50% του ετήσιου εισοδήματός του.
Φόροι, ΕΝΦΙΑ, ακατάσχετο
Στις ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας υπουργείου Οικονομικών στην εισηγητική έκθεση του σχεδίου νόμου με τον τίτλο «Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης» προβλέπονται μεταξύ άλλων ότι αναπροσαρμόζεται το κατώτατο όριο του ακατάσχετου μισθών, συντάξεων, και ασφαλιστικών βοηθημάτων που καταβάλλονται περιοδικώς, το οποίο προκύπτει μετά την αφαίρεση των υποχρεωτικών εισφορών, από 1.500 ευρώ σε 1.000 ευρώ, λόγω των μεγάλων δημοσιονομικών αναγκών της χώρας και της εξαιρετικά δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας.
Επιτρέπεται η κατάσχεση των ανωτέρω απαιτήσεων, εφόσον αυτές υπερβαίνουν το ποσό των 1.000 ευρώ, σε ποσοστό το οποίο αυξάνεται κλιμακωτά, ήτοι στο ½ επί του υπερβάλλοντος των 1.000 ευρώ και μέχρι του ποσού των 1.500 ευρώ για τις ασθενέστερα οικονομικές τάξεις και στο 100% του ποσού που υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ για τα μεγαλύτερα εισοδηματικά κλιμάκια.
Οι τροποποιήσεις εφαρμόζονται και επί των ενεργών κατασχέσεων, δηλαδή και επί των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί επί των συγκεκριμένων απαιτήσεων βάσει των προγενέστερων διατάξεων ήτοι για ποσά αυτών άνω των 1.500 ευρώ.
Στο εξής και στις περιπτώσεις αυτές για τις απαιτήσεις που γεννώνται μετά την ισχύ των νέων διατάξεων τα αποδοτέα ποσά θα υπολογίζονται βάσει των διατάξεων αυτών. Επίσης μειώνεται στα 1.250 ευρώ το κατώτατο όριο ακατάσχετου των καταθέσεων φυσικών προσώπων σε πιστωτικά ιδρύματα, σε ατομικό ή κοινό λογαριασμό, το οποίο ρητά ορίζεται ότι υπολογίζεται ανά μήνα, ενώ αποκλείεται σωρευτικός υπολογισμός αυτού σε χρονικά διαστήματα μεγαλύτερα του μήνα.
Επίσης, ο συντελεστής προκαταβολής του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων από επιχειρηματική δραστηριότητα, αυξάνεται σταδιακά από πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) για τα κέρδη που προκύπτουν σε φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως και την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, σε εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) για τα κέρδη που προκύπτουν σε φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως και την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους και τελικά σε εκατό τοις εκατό (100%) για τα κέρδη που προκύπτουν σε φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2016 και μετά.
Tροποποιείται ο χρόνος καταβολής και ο αριθμός των δόσεων του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων με φορολογικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2014 και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους και συγκεκριμένα προβλέπεται, ότι η καταβολή του φόρου γίνεται σε πέντε ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την 21η Αυγούστου 2015 και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2015.
Επίσης τροποποιούνται οι διατάξεις περί ρύθμισης βεβαιωμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση των άρθρων 1-17 του ν.4321/2015, με την αύξηση του επιτοκίου στα επίπεδα της αγοράς και την προσαρμογή του αριθμού των δόσεων σύμφωνα με την πραγματική οικονομική δυνατότητα των οφειλετών αλλά και του ύψους της οφειλής τους, την προσθήκη όρου απώλειας της ρύθμισης εφόσον ο οφειλέτης δεν τακτοποιεί τις τρέχουσες υποχρεώσεις του.
Με την εν λόγω τροποποίηση επιδιώκεται η προσαρμογή του επιτοκίου με το οποίο επιβαρύνονται εφεξής όλες οι υπαχθείσες στη ρύθμιση οφειλές, στα επίπεδα του επιτοκίου αγοράς, ενώ παραμένει για τους οικονομικά ασθενέστερους μικροοφειλέτες το μηδενικό επιτόκιο, εφόσον πληρούν αθροιστικά κάποιες προϋποθέσεις.
Ευνόητο είναι, ότι οι υπαγόμενες εναπομένουσες οφειλές στη ρύθμιση επιβαρύνονται με το οριζόμενο στις παρούσες διατάξεις ποσοστό τόκου. Επιπλέον σκοπείται η προσαρμογή των διατάξεων, ώστε να μη γίνεται κατάχρηση αυτών από οφειλέτες οι οποίοι δύνανται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σε μικρότερο χρονικό διάστημα ή από αυτούς που αμελούν την εκπλήρωση των τρεχουσών υποχρεώσεών του.
Η προτεινόμενη διάταξη κρίνεται αναγκαία προκειμένου να αντιμετωπιστεί άμεσα και αποτελεσματικά η ανάγκη αύξησης των δημοσίων εσόδων δια της επιβολής κατασχέσεων εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων εις βάρος οφειλετών του Δημοσίου μέσω αυτοματοποιημένου συστήματος κεντρικής επεξεργασίας των ληξιπρόθεσμων οφειλών και το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων των αντίστοιχων οφειλετών.
Η άμεση είσπραξη των ως άνω ληξιπρόθεσμων οφειλών αποτελεί προτεραιότητα της Κυβέρνησης και θα βοηθήσει πολλαπλά τη χώρα ως προς τα έσοδα αλλά και θα ενισχύσει τη φορολογική συμμόρφωση των επιχειρήσεων και των φυσικών προσώπων.
Επίσης προβλέπεται ότι τροποποιείται σχετική παράγραφος Παραρτήματος του Κώδικα ΦΠΑ, προκειμένου να συμπεριλάβει και τα βοοειδή στα είδη κρεάτων, που υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή.
Η τροποποίηση της διάταξης κρίθηκε απαραίτητη για λόγους ενιαίας αντιμετώπισης των βοοειδών με τα λοιπά είδη κρέατος που υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή και απλοποίησης των διατάξεων προκειμένου να είναι αποτελεσματικότερη η εφαρμογή αυτών.
– Τροποποιείται η περίπτωση σχετικού άρθρου του Κώδικα ΦΠΑ, που αφορά τις απαλλασσόμενες υπηρεσίες εκπαίδευσης. Με την διάταξη εφαρμόζεται η δυνατότητα που παρέχεται από το άρθρο 133 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ, τα κράτη μέλη να καθορίζουν τις προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω απαλλαγής στο εθνικό τους δίκαιο.
Με προτεινόμενη ρύθμιση, μετά την παράταση της προθεσμίας υποβολής δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (εντύπου Ε9) και δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (εντύπου Ε1) μέχρι την 26η Αυγούστου 2015, εξασφαλίζεται ο απαιτούμενος χρόνος για τη μηχανογραφική έκδοση των δηλώσεων ΕΝΦΙΑ – πράξεων διοικητικού προσδιορισμού φόρου, δεδομένου ότι για τον ορθό προσδιορισμό του ΕΝΦΙΑ είναι προαπαιτούμενη η εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Αναφορικά με το ΕΝΦΙΑ προβλέπεται επίσης ότι καταργείται η προβλεφθείσα απαλλαγή για τον ΕΟΤ. Η κατάργηση της απαλλαγής κρίνεται αναγκαία για λόγους ισονομίας. Με την κατάργηση της απαλλαγής και ο ΕΟΤ αντιμετωπίζεται φορολογικά όπως και οι λοιποί φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, δηλαδή απαλλάσσεται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα, κενά και δωρεάν παραχωρούμενα στο Ελληνικό Δημόσιο ακίνητά του και φορολογείται για τα μισθωμένα ή δωρεάν παραχωρούμενα, σε πρόσωπα πλην Ελληνικού Δημοσίου, ακίνητά του.
Επίσης καταργείται η προβλεφθείσα από το έτος 2015 απαλλαγή των ενοικιαζόμενων δωματίων των ατομικών επιχειρήσεων, η οποία – έτσι κι αλλιώς – δεν είχε ισχύσει το 2014.
Το θέμα της απαλλαγής θα εξετασθεί στα πλαίσια της συνολικής επανεξέτασης του φόρου, ώστε να διασφαλισθεί και η μηχανογραφική υποστήριξη της τυχόν απαλλαγής και η αποφυγή των καταστρατηγήσεων του φορολογικού νόμου.
Ταυτόχρονα παρατείνεται και για το έτος 2015 η έκπτωση 20% από τον ΕΝΦΙΑ των κενών και μη ηλεκτροδοτούμενων ακινήτων, για λόγους κοινωνικούς και ως μέριμνα του κράτους για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, οι οποίοι δεν απέκτησαν εισόδημα από τα ακίνητα, τα οποία παρέμειναν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2015 κενά και μη ηλεκτροδοτούμενα.