Σοκαρισμένη, ταλαιπωρημένη και φοβισμένη ήταν η μικρή Μαρία, όπως είπε στην κατάθεσή του ο Αστυνομικός που της μίλησε πρώτος.
“Η ανήλικη ήταν εμφανώς σοκαρισμένη από το γεγονός καθότι περιπλανιόταν το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας και τη νύχτα στο δάσος και ανέφερε κάποια στιγμή ότι κοιμήθηκε κάτω από τα δέντρα σε κάτι κλαδιά”, είπε σύμφωνα με πληροφορίες, ο αστυνομικός που της μίλησε πρώτος.
Η μικρή Μαρία επανέλαβε πολλές φορές στους αστυνομικούς, ότι την άφησε η μητέρα της και ότι εκείνη την έψαχνε φοβισμένη και τη φώναζε.
“Επανέλαβε πολλές φορές ότι την άφησε η μητέρα της και ότι εκείνη την έψαχνε φοβισμένη και τη φώναζε, αλλά δεν ήταν πουθενά. Τη ρώτησα αν άκουσε κανέναν να τη φωνάζει ή αν είδε κάποιον να την ψάχνει και μου είπε πως όχι. Τη ρώτησα επανειλημμένα αν η ίδια από μόνη της διέφυγε την προσοχή των γονιών της και χάθηκε στο δάσος αλλά εκείνη επέμενε ότι την άφησε η μητέρα της”, λέει στην κατάθεσή του ο αστυνομικός περιγράφοντας τον τρόπο που εξαφανίσθηκε.
Άλλος αστυνομικός, ο οποίος συμμετείχε στην έρευνα τόσο στο δάσος όσο και στην περιοχή που βρέθηκε η μικρούλα, είπε ότι, «δεν εντοπίστηκαν ευρήματα όπως ρούχα, χαρτομάντιλα, υπολείμματα τροφών ή πλαστικών μπουκαλιών νερού».
Μετά την απουσία της από το σπίτι της την Κυριακή του Πάσχα κοιμήθηκε πάνω σε μερικά κλαδιά.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία της δικογραφίας που έχει σχηματιστεί σε βάρος των γονιών της, η μικρούλα Μαρία περιπλανήθηκε μόνο του δίχως τροφή ή νερό για τουλάχιστον 20 ώρες, μέχρι την εντοπίσουν περιστατικοί στη Λεωφόρο Αθηνών.
Ti είπε ο ψυχολόγος της Αστυνομίας
Στη δικογραφία, μεταξύ άλλων μαρτυρικών καταθέσεων, περιλαμβάνεται και αυτή του ψυχολόγου, αστυνόμου Α’ Ειδικών Καθηκόντων, που εξέτασε το παιδί αμέσως μόλις εντοπίστηκε και συζήτησε μαζί του.
Ο ψυχολόγος αναφέρει ότι πριν βρεθεί η Μαρία μίλησε και με τον 5χρονο αδελφό της χωρίς ωστόσο να μπορέσει να εξάγει ασφαλές συμπέρασμα για τις συνθήκες εξαφάνισης της 4χρονης. Για τη Μαρία ο ψυχολόγος τονίζει πως ήταν «εμφανώς σοκαρισμένη», ότι επαναλάμβανε πως «την άφησε η μαμά της και ότι εκείνη την έψαχνε φοβισμένη και την φώναζε αλλά δεν ήταν πουθενά» και ότι «δεν συνάντησε κανέναν στο δάσος».
Ο ψυχολόγος της Αστυνομίας καταλήγει πως λόγω της πολύ μικρής ηλικίας του παιδιού δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί αν η περιγραφή του για την εξαφάνιση του είναι «ακριβής και πραγματική» ενώ τονίζει πως χρειάζεται να διενεργηθεί περαιτέρω εξέταση τόσο για τις συνθήκες που χάθηκε το κοριτσάκι όσο και γενικότερα για τη «δυναμική και τις σχέσεις της οικογένειας».
Την Παρασκευή δικάζονται οι γονείς
Ενώπιον του Αυτόφωρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου θα βρεθούν την Παρασκευή 6 Μαΐου, οι γονείς της 4χρονης Μαρίας οι οποίοι είναι αντιμέτωποι με την κατηγορία της έκθεσης ανηλίκου σε κίνδυνο.
Σύμφωνα με την δικογραφία, οι δύο γονείς της 4χρονης «εξέθεσαν αυτήν σε μεγάλο κίνδυνο» αφήνοντάς την, μόνη στον μεγάλο μη περιφραγμένο χώρο της μάντρας η οποία από την μία πλευρά της συνορεύει με γκρεμό και από την άλλη με την Λεωφόρο Σχιστού «χωρίς να έχουν οπτική και ακουστική επαφή με αυτήν και χωρίς να μεριμνήσουν για την ασφάλειά της».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που καλούνται να αντικρούσουν οι δύο κατηγορούμενοι, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ δεν προκύπτει ο ισχυρισμός τους περί αρπαγής της 4χρονης, αν και οι ίδιοι επιμένουν σε αυτή την εκδοχή. Αντίθετα όπως αναφέρεται στο κατηγορητήριο που συντάχθηκε σε βάρος τους, αποτέλεσμα της δικής τους παράλειψης εποπτείας και φροντίδας ήταν η 4χρονη «να διαφύγει της προσοχής τους και να απομακρυνθεί περιπλανώμενη μόνη και αβοήθητη κατά το μεγαλύτερο μέρος της 1-5-2016 και τη νύκτα της 2-5-2016 σε παρακείμενη δασώδη έκταση όπου και κοιμήθηκε κάτω από τα δέντρα, πάνω σε κλαδιά ενώ στη συνέχεια κατευθύνθηκε ύστερα από διαδρομή τεσσάρων χιλιομέτρων από το σημείο της εξαφάνισής της μέσω της λεωφόρου Αθηνών στην περιοχή Αφαία Χαϊδαρίου στο ρεύμα προς Αθήνα με κίνδυνο να την παρασύρουν τα διερχόμενα αυτοκίνητα, εκτεθειμένη σε όλους τους σχετικούς κινδύνους, καθόσον περιφερόταν στα δάσος, στο δρόμο και στην ευρύτερη περιοχή χωρίς την παρουσία και εποπτεία ενηλίκου μέχρις ότου έγινε αντιληπτή στις 2-5-2016 και περί ώρα 12.45 επί της Λεωφόρου Αθηνών πλησίον της γέφυρας Σκαραμαγκά στο ρεύμα προς Αθήνα από δύο διερχόμενους οδηγούς που ειδοποίησαν την αστυνομία».