Ποια τα τρία «καuτά» σενάρια αν δεν υπάρξει συμφωνία τον Ιούνιο; Πότε έρχεται το δημοψήφισμα;
Σαφές μήνυμα προς τους δανειστές προσπαθεί να στείλει τα τελευταία εικοσιτετράωρα η κυβέρνηση, ως απάντηση στις ασφυκτικές πιέσεις που δέχεται να υποχωρήσει και να αποδεχθεί μία συμφωνία με επώδυνα μέτρα.
Τελικά, τα ρευστά διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου άντεξαν πολύ περισσότερο απ’ όσο είχαν υπολογίσει εχθροί και φίλοι.
Η Ελλάδα δεν χρεοκόπησε στις 9 Απριλίου, θα πληρώσει κανονικά τοκοχρεολύσια και μισθούς – συντάξεις τον Απρίλιο και οι νέες εκτιμήσεις λένε ότι ίσως αντέξει οριακά μέχρι και τα τέλη Μαΐου…
Την πλήρη αλήθεια, όμως, την είπε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: η Ελλάδα πρέπει να καταλήξει σε συμφωνία με τους δανειστές μέχρι τα τέλη Ιουνίου. Ώστε λοιπόν έχει και ο «πολύς» κ. Σόιμπλε την εκτίμηση ότι η ελληνική κυβέρνηση θα βρει τρόπο να εξαντλήσει το διάστημα μέχρι και τα τέλη Ιουνίου! Τα τοκοχρεολύσια τον Απρίλιο και το Μάιο είναι σχετικά χαμηλά, ενώ τον Ιούνιο επανέρχονται περίπου στα επίπεδα του Μαΐου (2,5 δισ. ευρώ).
Και τι ακολουθεί μετά; Οι μεγάλου ύψους λήξεις ελληνικών ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ! Μόνο που η τετράμηνη παράταση του ελληνικού προγράμματος λήγει στις 30 Ιουνίου, ενώ οι λήξεις των ομολόγων της ΕΚΤ έρχονται προς τα τέλη Ιουλίου. Έτσι, στα τέλη Ιουνίου, αν δεν υπάρχει συμφωνία όπως όρισε ο κ. Σόιμπλε, πρώτος θα τραβήξει το… περίστροφο ο κ. Ντράγκι, μη αποδεχόμενος τα ελληνικά ομόλογα σαν εγγυήσεις…
Τούτων δοθέντων, όλα ξεκινούν από την προσπάθεια να απαντηθεί το «δίδυμο» ερώτημα: Μέχρι πότε αντέχουν τα διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου; Για ποιο λόγο κερδίζει χρόνο η ελληνική κυβέρνηση, για να κάνει τι;
Η πιο… απογοητευτική απάντηση θα ήταν ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει κανένα σχέδιο, ότι απλώς δεν μπορεί να αποδεχτεί μια συμφωνία στο έδαφος του μέιλ Χαρδούβελη, την οποία δεν θα μπορεί να διαχειριστεί πολιτικά και η οποία θα φέρει την αναπόφευκτη ανατροπή της. Αντέχει, λοιπόν, στα τυφλά, ελπίζοντας ότι οι δανειστές τελικά θα μεταστραφούν και θα υπάρξει ο πολυπόθητος «έντιμος συμβιβασμός»…
Όμως, ο ορυμαγδός των δηλώσεων τις τελευταίες ημέρες από την πλευρά των δανειστών, και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, δεν αφήνει κανένα περιθώριο αισιοδοξίας. Ακόμη και οι «φίλοι» Αμερικανοί πιέζουν τον Βαρουφάκη να συμφωνήσει με την Ευρώπη. Αν δεν υπάρξει άμεσα αποφασιστική πρόοδος, το διάστημα από τώρα και στο εξής μέχρι και τα τέλη Ιουνίου θα μοιάζει με διαπραγματευτική έρημο, αφού απλώς θα έχει διαπιστωθεί το αδιέξοδο και η αδυναμία να αρθεί.
Μπορεί όμως να «κρεμάσει» η διαδικασία της διαπραγμάτευσης για πάνω από 2 μήνες; Και δεν είναι φανερό ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο, στα τέλη Ιουνίου το αποτέλεσμα θα είναι ξανά αρνητικό; Μπορεί λοιπόν το αδιέξοδο να παραταθεί μέχρι και τα τέλη Ιουνίου, αλλά οι μεγάλες αποφάσεις θα παρθούν τώρα. Και όλες μας εισάγουν στη διακεκαυμένη ζώνη:
1. Δημοψήφισμα άμεσα, μέσα στο Μάιο, μόλις οριστικοποιηθεί το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις. Το δημοψήφισμα μπορεί καταρχήν να λύσει ένα εσωτερικό πολιτικό πρόβλημα: την ανανέωση της πολιτικής εντολής για σκληρή διαπραγμάτευση μέχρι τέλους. Να λύσει δηλαδή την αντίφαση της εντολής των εκλογών του Ιανουαρίου «για κατάργηση των μνημονίων – ανατροπή της λιτότητας και παραμονή στην Ευρωζώνη».
Το δημοψήφισμα όμως είναι δρόμος χωρίς γυρισμό: αν η κυβέρνηση το κερδίσει, τότε είναι δεσμευμένη στο δρόμο της ρήξης. Βεβαίως το σενάριο ξεκαθαρίζει, αλλά με ένα τρόπο που είναι πολύ απαιτητικός και ορίζει ένα δρόμο με συνέπειες σε όλα τα επίπεδα. Ύστερα απ’ αυτό, θέλει συνολικό σχέδιο ρήξης, μετατόπισης του συνολικού γεωπολιτικού άξονα συμμαχιών της χώρας, εναλλακτικές λύσεις για τις τράπεζες, το νόμισμα κ.λπ.
Αυτό που φοβίζει την κυβέρνηση, ωστόσο, είναι ότι το δημοψήφισμα πρέπει να διεξαχθεί αφού πρώτα ληφθούν μέτρα περιορισμού της ανάληψης καταθέσεων και απαγόρευσης της εξόδου κεφαλαίων από τη χώρα – αλλιώς, απλώς οι τράπεζες θα καταρρεύσουν μόλις ανακοινωθεί η διεξαγωγή του. Τέτοια μέτρα είτε θα τα πάρει πρώτη η ελληνική κυβέρνηση, ανακτώντας τον έλεγχο πάνω στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, είτε θα τα πάρει η ΕΚΤ ως εποπτεύουσα αρχή. Ό,τι από τα δύο και αν γίνει, το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί σε συνθήκες «έκτακτης ανάγκης». Γι’ αυτούς τους λόγους, δεν είναι εύκολη απόφαση… Μπορεί να το δηλώνει ο Φλαμπουράρης, αλλά αμέσως μετά «κυβερνητικές πηγές» το διαψεύδουν…
2. Στάση πληρωμών στο ΔΝΤ τον Ιούνιο. Η κυβέρνηση θα προτιμούσε, αν αναγκαστεί σε ατάση πληρωμών, το… θύμα να είναι η ΕΚΤ κι όχι το ΔΝΤ. Αν όμως δεν βρει χρηματοδοτικές λύσεις, τότε μπορεί να αναγκαστεί να «πετάξει το μπαλάκι» στους δανειστές τον Ιούνιο: ή χρηματοδότηση τώρα ή δεν έχουμε να πληρώσουμε – και τα χρεολύσια του Ιουνίου αφορούν το ΔΝΤ. Ποια είναι η κρυφή ελπίδα σε αυτό το σενάριο; Ότι, προ του κινδύνου, θα κινητοποιηθεί ο αμερικανικός παράγοντας για να αποτραπεί μια στάση πληρωμών προς το Ταμείο, που θα δημιουργούσε τεράστιες περιπλοκές.
3. Εξάντληση του τετραμήνου και διαπραγμάτευση συνολικής συμφωνίας με την απειλή της στάσης πληρωμών στα ομόλογα της ΕΚΤ. Το πρόβλημα εδώ είναι αυτό που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου: ανάμεσα στα τέλη Ιουνίου και στα τέλη Ιουλίου που λήγουν τα ομόλογα της ΕΚΤ, παρεμβάλλεται ένα κρίσιμο διάστημα. Έτσι, ο Ντράγκι έχει τη δυνατότητα να… πυροβολήσει πρώτος, από την 1η Ιουλίου κιόλας, με το επιχείρημα ότι δεν υπάρχει πρόγραμμα και άρα δεν μπορεί να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα σαν ενέχυρα για την παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες.
Όμως, το κλείσιμο της στρόφιγγας εγκυμονεί κινδύνους και για την ίδια την ΕΚΤ: η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να το λάβει σαν το κατάλληλο πρόσχημα για να επιβάλει το δικό της έλεγχο στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, επιβάλλοντας μέτρα περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων.
Αν θα έπρεπε να διακινδυνεύσουμε μια πρόβλεψη, θα λέγαμε ότι πιο πιθανά είναι το σενάριο 2 και το σενάριο 3, γιατί έχουν το στοιχείο «πετάμε το μπαλάκι» και δείχνουμε σαν υπεύθυνους για τη ρήξη τους δανειστές. Αλλά και γιατί η πολιτική ψυχολογία στο κυβερνητικό κέντρο είναι μακριά από τη μονομερή ενεργοποίηση ενός συνειδητού σχεδίου ρήξης με τους δανειστές… Τουλάχιστον σήμερα.