Συνώνυμη της αποκάλυψης μυστικών και άρα της προδοσίας είναι η φράση « του τα έβγαλε στη φόρα ».
Στη Βυζαντινή εποχή, λέει ο Τάκης Νατσούλης, υπήρχε ένα είδος κηρύκων, που έκαναν μια πολύ περίεργη δουλειά. Όταν κατηγορούσαν κάποιον για κλοπή, για λεηλασία ή και για φόνο ακόμα, χωρίς όμως αυτός που τον κατηγορούσε να έχει χειροπιαστά στοιχεία, ο κήρυκας αναλάμβανε να τον κατηγορήσει δημόσια, παίρνοντας πάνω του όλη την ευθύνη. Έβγαινε, λοιπόν σε μια κεντρική πλατεία, ανέβαινε σε ένα πεζούλι κι όταν το πλήθος συγκεντρωνόταν, για να ακούσει, άρχιζε με δυνατή φωνή το κατηγορητήριο:
«Αδελφοί του Χριστού», έλεγε, «ο τάδε έκανε αυτήν την κακή πράξη και πρέπει να τιμωρηθεί από το Θεό και τους νόμους. Επειδή όμως δεν υπάρχουν στοιχεία ικανά εναντίον του, για να τον παραδώσουμε στο δικαστήριο, γι’ αυτό, όσοι γνωρίζουν κάτι σχετικό με την υπόθεση, να ‘ρθουν να μας το πουν. Αυτοί που δεν τολμούν να παρουσιαστούν μπροστά μας, να τον καταγγείλουν, θα είναι καταραμένοι στη ζωή και στο θάνατο. Το κορμί τους να βγάλει τις πληγές του Φαραώ και τα παιδιά τους, όπως και τα παιδιά των παιδιών τους, θα διψούν και δε θα βρίσκουν νερό κλπ.».
Οι κήρυκες αυτοί είχαν καταντήσει ο φόβος και ο τρόμος του λαού. Όπως, όμως ήταν επόμενο, ύστερα από τις φοβερές αυτές κατάρες, εκείνος που ήξερε κάτι για τον ένοχο, έτρεχε να τον καταγγείλει στην αγορά (φόρουμ στα Λατινικά), για να γίνει ήσυχη η συνείδηση του. Δηλαδή, «του τα έβγαλε στο φόρουμ, δηλαδή στη φόρα», όπως κατάντησε να λέγεται τότε.