Ίμια 20 χρόνια μετά – Μαρτυρία σοκ: «Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές…»

Μια νέα μαρτυρία προκαλεί σοκ για τις διαταγές που (δεν) έλαβαν οι ειδικές δυνάμεις στην κρίση στα Ίμια.

Συμπληρώνονται 20 χρόνια από το θερμό επεισόδιο Ελλάδος – Τουρκίας στις βραχονησίδες στα Ίμια, με τραγικό απολογισμό τον χαμό τριών αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού.

Ο χαμός του υποπλοίαρχου Χριστόδουλου Καραθανάση, του υποπλοίαρχου Παναγιώτη Βλαχάκου και του αρχικελευστή Έκτορα Γιαλοψού ήρθε όταν το ελικόπτερο στο οποίο επέβαιναν κατέπεσε λίγα μέτρα ανοιχτά των Ιμίων τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου. Οι αποκαλύψεις που έχουν παρουσιαστεί τα προηγούμενα χρόνια για τον τρόπο που η Ελλάδα αντιμετώπισε την κρίση στα Ίμια και τα λάθη της κυβέρνησης Σημίτη είναι δεκάδες.

Οι άνθρωποι εκείνη την περίοδο που βρέθηκαν αγκαλιά με τον θάνατο ήταν πραγματικά ελάχιστοι. Από τη μια πλευρά οι δεκατέσσερις Έλληνες βατραχάνθρωποι του Πολεμικού Ναυτικού που βρέθηκαν στην Ανατολική Ίμια, οι αξιωματικοί και οι ναύτες των πολεμικών πλοίων και από την άλλη μια ομάδα 30 βατραχανθρώπων του Λιμενικού Σώματος οι οποίοι μέσα στο σκοτάδι και παλεύοντας με τα κύματα του Αιγαίου περιπολούσαν την Μικρή και Μεγάλη Ίμια.

Ένας εκ των βατραχανθρώπων του Λ.Σ. αφηγήθηκε όσα έζησε και μας μεταφέρει στην παγωμένη εκείνη κρίσιμη νύχτα που ο χρόνος σταμάτησε για το στάτους κβο στο Αιγαίο. «Στην κρίση των Ιμίων όπως καλά γνωρίζουμε υπήρξε μια κλιμάκωση από γεγονότα. Εμείς ήμασταν σε συνεχή επιφυλακή στην μονάδα μας και παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις σχετικά με τα όσα συνέβαιναν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η επιφυλακή κράτησε περίπου 12μέρες, περιμένοντας να μπούμε σε ένα c-130 και να μας μεταφέρει σε κάποιο κοντινό νησί, ώστε στη συνέχεια να μεταβούμε στα Ίμια.

Σκοπός μας ήταν να βοηθήσουμε το έργο των βατραχανθρώπων του Πολεμικού Ναυτικού που βρίσκονταν στα Ίμια και να περιπολούμε την περιοχή. Από την πρώτη στιγμή ήμασταν έτοιμοι. Άλλωστε το γεγονός ότι ήμασταν τόσο καλά εκπαιδευμένοι μας έκανε ακόμη πιο δυνατούς. Δεν μας φόβιζε το παραμικρό και ήμασταν έτοιμοι για πόλεμο. Αυτό σκεφτόντουσαν όλα τα παιδιά. Ότι θα πάμε με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, ακόμη και μιας σύρραξης με τους γείτονες. Μέρα με τη μέρα, λοιπόν, περιμέναμε την μεταφορά μας, ώστε να ξεκινήσουμε να περιπολούμε»

«Ξέραμε ότι θα πάμε σε πόλεμο»

«Τελικά η διαταγή βγήκε. Το ΓΕΕΘΑ μας ενημέρωσε ότι θα μεταβούμε στην Κω και η μισή μονάδα περίπου 30 άτομα πήρε τον εξοπλισμό της και αποχώρησε. Θυμάμαι εκείνα τα λεπτά πριν μπούμε στο αεροπλάνο πόσο πειθαρχημένοι και γαλήνιοι ήμασταν. Υπήρχε μια εκπληκτική δύναμη σε όλη την ομάδα, στις ψυχές όλων των παιδιών. Ξέραμε ότι θα πάμε σε πόλεμο. Γνωρίζαμε ότι πάμε στα Ίμια και ήμασταν έτοιμοι και δεν σας κρύβω πως όσοι έμειναν στην Μονάδα στεναχωρήθηκαν που δεν ήρθαν μαζί μας και μας εμψύχωναν όπως μπορούσαν.

Φτάνοντας στην Κω το πρώτο πράγμα που μας έκανε εντύπωση ήταν τα τσάρτερ γεμάτα με κόσμο να αναχωρούν και αμέσως μετά βρεθήκαμε σε μια φιλική ταβέρνα, περιμένοντας ένα ψαράδικο να μας πάει στην Κάλυμνο. Θυμάμαι τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας να μας ρωτά και να απορεί για την κλιμάκωση της κατάστασης. «Ρε παιδιά γιατί σας έστειλαν εδώ; Εμείς είμαστε καλά με τους Τούρκους, έχω κουμπάρο Τούρκο, δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα» μας έλεγε.

Φτάσαμε στη Λέρο και αμέσως κατευθυνθήκαμε στο τοπικό λιμεναρχείο όπου αναμέναμε οδηγίες από τη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου. Οι οδηγίες όμως που είχαμε ήταν συγκεχυμένες και ξεκινήσαμε να περιπολούμε με ένα 11μετρο φουσκωτό στα Ίμια. Μια από εκείνες τις μέρες – λίγο πριν την κορύφωση της κρίσης-, μας πλησίασε ένα σκάφος με βατραχανθρώπους του Λ.Σ οι οποίοι φόραγαν ναυτικές φόρμες. Κόκκινες και μπλε. Μας είπαν ότι ύστερα από διαταγή πρέπει να τις βάλουμε και εμείς ώστε να μην μας αναγνωρίσουν οι Τούρκοι, όμως με ένα 11μετρο φουσκωτό του Λιμενικού τι νόημα είχε τελικά; Δεν τις φορέσαμε και μείναμε με τις φόρμες παραλλαγής μας».

«Φθάνοντας προς την κορύφωση των Ιμίων, το ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου, έβλεπες την ένταση να κορυφώνεται. Από τα πολεμικά πλοία που έφταναν στην περιοχή μέχρι και τις δεκάδες πτήσεις Ελληνικών και Τουρκικών μαχητικών στην ευρύτερη περιοχή.

Η διαταγή μας ήταν να περιπολούμε τα Ίμια και το βράδυ της κρίσης, ζήσαμε όλοι μας μια από τις χειρότερες καιρικές συνθήκες που βιώσαμε όσα χρόνια βρεθήκαμε στη θάλασσα. Θυμάμαι έκανα συνέχεια μανούβρες για να μην χτυπήσουμε στα βράχια των Ιμίων και όταν άστραφτε βλέπαμε τις φιγούρες των πολεμικών πλοίων, με μοναδικό βοήθημα μια πυξίδα και τους ασυρμάτους μας. Χωρίς ραντάρ ή άλλα μέσα. Οι ώρες περνούσαν και φτάσαμε σε ένα σημείο να μην αντέχουμε από το κρύο.

Το οξύμωρο όμως είναι πως μιλώντας μέσω ασυρμάτου με άλλο σκάφος μας μετάφεραν ότι το κλίμα από την Αθήνα έβαινε προς εκτόνωση και αναρωτιόμασταν τελικά τι κάνουμε εδώ; Τι θα γίνει; Έφευγε η ιδέα του πολέμου και όλοι μας πιστέψαμε ότι η εξέλιξη είναι τελικά προσχεδιασμένη».

«Ήμασταν στο μισό μίλι και δεν μπορούσαμε να μετρήσουμε πόσοι ήταν»

«Όσο περνούσε η ώρα δεν υπήρχαν διαταγές για εμπλοκή. Ήταν ένα σκηνικό “φτιαγμένο – άφτιαχτο” και φθάνοντας πλέον τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου, νιώθαμε μια “θολούρα” διαταγών να κυριεύει την ελληνική πλευρά. Συνεχίσαμε όμως τις περιπολίες μας. Άλλωστε, με τα φουσκωτά μας δεν μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε τα εχθρικά πολεμικά πλοία. Δεν είχαμε όργανα. Και δεν υπήρχε εντολή τι να κάνουμε αν οι Τούρκοι έκαναν κατάληψη στο νησί. Οι Τούρκοι όμως λειτούργησαν έξυπνα, κατέλαβαν τα Δυτικά Ίμια. Πέτυχαν γιατί εμείς αργήσαμε.

Την αποβατική ενέργεια των Τούρκων κομάντος την είδαμε. Μέσα σε αυτόν τον χαμό να λυσσομανάει ο αέρας και τα κύματα είδαμε μια τουρκική φρεγάτα να είναι πολύ κοντά στο νησί και να έχει ανοιχτό προβολέα για μικρό χρονικό διάστημα. Ακολούθησε κινητικότητα από μικρότερο σκάφος. Υπήρχε περίεργη κίνηση και καταλάβαμε πως με ένα μικρό σκάφος «έπιασαν» τα Δυτικά Ίμια και κάποια άτομα πάτησαν στο νησί. Ήμασταν στο μισό μίλι και δεν μπορούσαμε να μετρήσουμε πόσοι ήταν. Ήταν μια εχθρική κίνηση για την οποία ενημερώσαμε.

Ήταν κοντά μας, δίπλα μας σε μικρή απόσταση ελληνικά πολεμικά πλοία και είμαι σίγουρος ότι και άλλα πληρώματα είδαν και εντόπισαν την απόβαση των Τούρκων. Κυρίως τους είδαν οι βατραχάνθρωποι του Πολεμικού Ναυτικού.

Το τραγικό σε αυτές τις τόσο κρίσιμες στιγμές είναι ότι εμείς δεν είχαμε καμία ενημέρωση. Καμία διαταγή. Μέσα στο κρύο και την τρικυμία άστραφτε και έβλεπες στον ορίζοντα πολεμικά πλοία να βρίσκονται παντού. Τι άλλο όμως θα μπορούσαμε να κάνουμε; Πέντε βατραχάνθρωποι πάνω σε ένα φουσκωτό. Να εξαντλήσουμε τα 400 φυσίγγια που είχαμε και να πεθάνουμε».

«Δεν ξέρω γιατί τελικά πήραν την απόφαση να σηκώσουν το ελικόπτερο»

«Το ελικόπτερο δεν το ακούσαμε. Δυστυχώς, δεν μπορούσες να ακούσεις. Κανείς δεν νομίζω να το άκουσε παρά μόνο οι τούρκοι κομάντος οι οποίοι και το είδαν και το άκουσαν καθώς όλοι μας γνωρίζουμε λίγο πριν πέσει φώτισε με τον προβολέα του, τους δώδεκα τούρκους κομάντος.

Εκείνες τις ώρες ο «Θεός με τον Θεό έβρεχε» και την πτώση του ελικοπτέρου την μάθαμε μετά από λίγη ώρα με την εμπλοκή μας γύρω από το ελικόπτερο να ξεκινά όταν μας δόθηκε εντολή να βοηθήσουμε στην ανέλκυσή του επικουρικά στο βαθυσκάφος.

Κάποια τμήματα του ελικοπτέρου τα βγάλαμε και εμείς όμως το κυρίως έργο για την ανέλκυση πραγματοποίησε ο Κώστας Θωκταρίδης που είχε και τις εξειδικευμένες γνώσεις.

Σημασία έχει ότι τελικά θα μπορούσαμε να μην είχαμε χάσει τα τρία παλικάρια. Δεν θα έπρεπε να σηκωθεί το ελικόπτερο. Άλλωστε τι έκανε; Αναγνώριση με τον προβολέα αν είναι 10 ή 12 Τούρκοι πάνω στο νησάκι. Θα μπορούσε να το κάνει ένα φουσκωτό με ειδικό πλήρωμα. Δεν ξέρω γιατί τελικά πήραν την απόφαση να σηκώσουν το ελικόπτερο, όπως και δεν μπορώ να πιστέψω ότι ένα τόσο ικανό πλήρωμα έπαθε όπως είπαν απώλεια προσανατολισμού και σκοτώθηκαν».

«Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές ήταν χαμένες»

«Από την επόμενη μέρα ξεκίνησε μια άλλη δύσκολη περίοδος. Δεχθήκαμε την απογοήτευση του κόσμου και κάποιες φορές την οργή των κατοίκων της Καλύμνου οι οποίοι μας έλεγαν γιατί υποστείλαμε την σημαία. Το ηθικό μας ήταν πεσμένο. Το ίδιο και το ηθικό των βατραχανθρώπων που ήταν επάνω στα Ίμια. Κάποιοι έκλαιγαν γιατί η ελληνική σημαία αποτελεί το διαρκές μνημόσυνο για όσους έχουν θυσιαστεί για την πατρίδα. Δεν είναι ένα πανί. Είναι η ψυχή των Ελλήνων. Όλων των Ελλήνων.

Όμως τι να έκαναν; Οι εντολές ήταν άλλες. Ήμασταν έτοιμοι να πεθάνουμε, αλλά οι διαταγές ήταν «χαμένες».

«Το ότι δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για την πατρίδα δεν σημαίνει ότι θέλουμε και τον πόλεμο»

«Πήγαμε αποφασισμένοι ότι θα γίνει σύρραξη. Έτσι είχαμε εκλάβει την αποστολή μας. Ήμασταν έτοιμοι να πολεμήσουμε. Όπως και όλοι όσοι βρεθήκαμε στην περιοχή. Όμως 20 χρόνια μετά αυτά που νιώθω είναι οργή και απογοήτευση. Ήμασταν όλες οι ειδικές δυνάμεις στην περιοχή και νομίζω τελικά πως έπρεπε εξ αρχής να επανδρωθούν και τα δυο νησιά με καταδρομείς. Η εκτίμησή μου είναι αυτή, αλλά οι τότε ανώτατοι αξιωματικοί άργησαν να σκεφτούν τα Δυτικά Ίμια.

Και θέλω να το ακούσει καλά ο κόσμος αυτό. Οι μόνοι που δεν είμαστε πολεμοχαρείς είμαστε εμείς. Ξέρουμε τις οδυνηρές συνέπειες ενός πολέμου. Εμείς ξέρουμε τις ζημιές που κάνουν τα όπλα και τα πυροβόλα. Είμαστε οι πρώτοι που δεν θέλουμε τον πόλεμο, ασχέτως αν η εκπαίδευσή μας είναι τέτοια ώστε να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε απειλή. Από όπου και αν προέρχεται. Γιατί όπως έχει πει και ο Βιργίλιος «αν θέλεις ειρήνη, να ετοιμάζεσαι για πόλεμο» και το ότι δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για την πατρίδα δεν σημαίνει ότι θέλουμε και τον πόλεμο».

20 chronia metaimia