Γιατί σκάλωσαν στο παρά πέντε οι διαπραγματεύσεις; Γιατί επέστρεψε ο Τσακαλώτος;
Σε δύο σημεία σκάλωσαν οι διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες –σύμφωνα με πληροφορίες του ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ– και γι αυτό επέστρεψε στην Αθήνα τις πρώτες πρωινές ώρες η, υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, αντιπροσωπεία προκειμένου να έχει διαβουλεύσεις με τον πρωθυπουργό και το στενό επιτελείο του.
Το πρώτο είναι τα μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση, πολλά από τα οποία η Αθήνα θεωρεί ότι ξεπερνούν τις «κόκκινες γραμμές» της , δεν θεωρούνται «αρκετά ενθαρρυντικά» από τους Ευρωπαίους εταίρους. Παρά τη “φιλότιμη προσπάθεια” που αναγνωρίζουν στην Ελληνική διαπραγματευτική ομάδα του Τσακαλώτου, οι εκπρόσωποι των δανειστών επιμένουν σε μεταρρυθμίσεις που φαίνεται ότι σκοντάφτουν στην “ιδεολογική βάση” της Ελληνικής διαπραγμάτευσης.
Το δεύτερο είναι το θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους, το οποίο αποτελεί και το «σημείο-κλειδί» της διαπραγμάτευσης. Η Ελληνική πλευρά –και προσωπικά ο κ. Τσίπρας – θεωρεί πως αν δεν πάρει μία «βέβαιη δέσμευση» για τη βιωσιμότητα του χρέους και με δεδομένο το σκληρό μνημόνιο που του προτείνεται, δεν μπορεί να υπογράψει συμφωνία.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες μας, αρωγοί της Ελληνικής κυβέρνησης στο ζήτημα του χρέους είναι ο αμερικανός πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα [σε παρεμβάσεις που έκανε προς όλες τις πλευρές, όπως και ο υπουργός του επί των Οικονομικών Λιού] και η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ. Και οι δύο ωστόσο συνδέουν τη θέση τους για την αναδιάρθρωση του χρέους με «γενναίες μεταρρυθμίσεις» από την Ελλάδα.
Η Κα Λαγκάρντ βρίσκεται για το θέμα αυτό σε μια διαρκή αντιπαράθεση με τους κορυφαίους Ευρωπαίους παράγοντες, τους οποίους πιέζει για σαφές χρονοδιάγραμμα αναδιάρθρωσης του χρέους, όταν οι τελευταίοι το μόνο που είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν είναι ένα χρονοδιάγραμα συζήτησης για το χρέος.
Η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ -μετά από αρκετές μέρες σιωπής και ηθελημένης «απόσυρσης» από τα γεγονότα που αφορούν την Ελλάδα – επέμεινε χθες το βράδυ στην ανάγκη αναδιάρθρωσης, ενισχύοντας ακόμα περισσότερο την άποψη του ΔΝΤ ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο.
Σε σχέση με την Ελλάδα -είπε- πάντοτε συμβουλέψαμε το πρόγραμμα να περπατά σε δύο πόδια. Το ένα αφορά σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική προσαρμογή, όπως συμβουλέψαμε και στις περιπτώσεις της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Κύπρου κι εκτός Ευρωζώνης της Λετονία και την Ισλανδία που απέδωσαν. Το άλλο σκέλος αφορά την αναδιάρθρωση του χρέους, που στην ιδιαίτερη περίπτωση της Ελλάδας πιστεύουμε ότι χρειάζεται, για να αποδεικνύεται βιωσιμότητα τους χρέους.