Μπρούσκο Γ’ Κύκλος: Σε λίγο κλείνει η αυλαία στο «Μπρούσκο». Η σειρά που, σύμφωνα με τις τηλεθεάσεις», αγαπήθηκε πολύ, Ως γνωστόν θα συνεχιστεί και τη νέα σεζόν με τον 4ο κύκλο. Πάντα», ο φετινός 3os κύκλος μάς επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις» και δυνατές σκηνές.
Ο Πάτροκλος ρίχνει τον Αχιλλέα και τον Σήφη στον γκρεμό
Ο Πάτροκλος τρέχει να προλάβει για να παραλάβει τους Ιταλούς από το αεροδρόμιο, πριν τον Σήφη και τον Αχιλλέα. Βλέπει το αυτοκίνητό τους και τους κυνηγάει έχοντας μέσα και τη Χρυσάνθη, που έχει φρικάρει με τη συμπεριφορά του. «Κατέβασέ με κάτω. Γιατί τρέχεις έτσι; Κυνηγός αυτούς; Ποιοι είναι;», του λέει, αλλά ο Πάτροκλος δεν της απαντάει. Η Χρυσάνθη τρέμει από το φόβο της. Ξαφνικά ακούγεται ένα τρομακτικό μπαμ, καθώς ο Πάτροκλος τους έχει χτυπήσει από πίσω με το αυτοκίνητο του. «Παναγιά μου, τους χτύπησες. Σταμάτα είπα, σταμάτα», του φωνάζει κλαίγοντας, αλλά ο Πάτροκλος γκαζώνει και η Χρυσάνθη ουρλιάζει: «Σταμάτα είπα, σε σιχαίνομαι… Τους έριξες στον γκρεμό. Ποιοι ήταν; Παναγιά μου, τι έκανες;» Ο Πάτροκλος την κοιτάζει θολωμένα: «Πήγαινε να τους σώσεις», λέει και τη σπρώχνει έξω από το αυτοκίνητο. Η Χρυσάνθη φεύγει σαν τρελή και ο Πάτροκλος γκαζώνει και φεύγει… Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Ο Σήψης σώζει τον Αχιλλέα απο βέβαιο πνιγμό
Ο Αχιλλέας με τον Σήφη έχουν πέσει στη θάλασσα. Ο Αχιλλέας στο βυθό έχει χάσει τις αισθήσεις του, ενώ ο Σήφης βγαίνει στην επιφάνεια. Κοιτάζει γύρω του αλλά δεν βλέπει τον Αχιλλέα. Παίρνει βαθιά ανάσα και ξαναβουτάει. Πάνω στο ύψωμα, η Χρυσάνθη κοιτάζει με αγωνία. Κάποιος λέει: «Ο Γιαννακάκης ο Σήφης είναι αυτός;». Η Χρυσάνθη ταράζεται ακόμα πιο πολύ. Στο βυθό ο Σήφης κολυμπάει ψάχνοντας τον Αχιλλέα, βγαίνει ξανά στην επιφάνεια, παίρνει ανάσα και ξαναβουτάει. ώσπου αντικρίζει τον Αχιλλέα αναίσθητο και πηγαίνει προς το μέρος του. Σε λίγα λεπτά ο Σήφης βγαίνει στην αμμουδιά κρατώντας ακόμα αναίσθητο τον Αχιλλέα. Εξαντλημένος από τις προσπάθειες και αγωνιώντας προσπαθεί να τον επαναφέρει στη ζωή, δίνοντάς του το φιλί της ζωής. «Ελα, ρε, έλα σε παρακαλώ», του φωνάζει με αγωνία και μετά από πολλές προσπάθειες ο Αχιλλέας συνέρχεται. Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Ο Ματθαίος θέλει πίσω την Αναστασία
Την ίδια στιγμή, η Μελίνα αμέριμνη καθώς δεν ξέρει τι έχει συμβεί, μιλάει με τον Ματθαίο στο ξενοδοχείο. «Η σχέση μου με την Αναστασία ήταν πάντα δύσκολη. Οσα μας ένωναν, άλλα τόσα μας χώριζαν. Πάντα προβλήματα, πάντα παρεξηγήσεις, εγωισμός και πολύς θυμός. Αλλά είναι η η γυναίκα της ζωής μου. Τέρμα και τελείωσε και θέλω να είμαστε πάλι μαζί! Δεν μπορεί να μην είμαστε μαζί εμείς οι δύο!», εξομολογείται στη Μελίνα, η οποία επιμένει ότι πρέπει να της μιλήσει. Ο Ματθαίος συμφωνεί: «Σήμερα θα το κάνω», λέει αποφασισμένος! Την ώρα που μιλάνε, τηλεφωνεί ο Σήφης να τους πει τι έγινε. Η Μελίνα μόλις ακούει ταράζεται και φωνάζει: «Τι έπαθε ο Αχιλλέας;». Ο Ματθαίος την καθησυχάζει: «Είχαν ένα ατύχημα στο δρόμο, δεν μου είπε λεπτομέρειες. Καλά είναι τώρα. Τον πήγανε στο νοσοκομείο αλλά δεν δέχεται, λέει, με τίποτα να μείνει εκεί. Τον πάει ο Σήφης στο σπίτι του», της λέει και φεύγουν για να πάνε κοντά του. Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Η Χρυσάνθη πνίγεται από τα χέρια τον παιδιού της
Η Χρυσάνθη είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση. Μιλάει στον Παύλο και του λέει ότι δεν μπορεί πλέον να μείνει με το γιο της και ότι έχει αποφασίσει να μείνει μαζί του. Το απόγευμα πηγαίνει με τον Παύλο στη γιορτή του Κλήδονα και μετά από λίγο αποφασίζει να μαζέψει τα πράγματά της. Στο σπίτι ο Πάτροκλος είναι σε άθλια κατάσταση και ετοιμάζεται να μπει στο μπάνιο, όταν φτάνει στο σπίτι η Χρυσάνθη. Αρχίζει να μαζεύει τα πράγματά της και τελείως ψυχρά του λέει: «Μισό λεπτό, θέλω να πάρω κάποια πράγματα». Ο Πάτροκλος κάνει σαν τρελός και παίρνει τα πράγματα από τα χέρια της. «Πες μου ότι αυτά που έλεγες δεν τα εννοείς. Γιατί μαζεύεις τα πράγματά σου; Δεν θα σε αφήσω να φύγεις», της λέει. Η Χρυσάνθη γίνεται έξαλλη: «Ασε με… Μου ‘ρχεται να σε καταγγείλω στην αστυνομία! Σε σιχαίνομαι!». Ο Πάτροκλοςε αρχίζει να ουρλιάζει κι αυτός: «Μην την ξαναπείς αυτή τη λέξη», της λέει και πάει να την πιάσει βίαια, ενώ η Χρυσάνθη προσπαθεί να ξεφύγει φωνάζοντας: «Ενα τέρας είσαι. Σε σιχαίνομαι, σε σιχαίνομαι». Δεν προλαβαίνει όμως να να πει άλλη λέξη και τη ρίχνει στην μπανιέρα. Πιέζει το κεφάλι της μέσα στο νερό να την πνίξει. Ο Πάτροκλος τρέμει απο τα νεύρα του και είναι εκτός εαυτού, ενώ η Χρυσάνθη σπαρταράει… Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Ο Μύρος λέει την αλήθεια στη Δάφνη
Ο Μύρος αποφασίζει ν’ ανοίξει τελικά την καρδιά του στη Δάφνη και να ms πει όλη την αλήθεια για την παρουσία του στην Κρήτη: «Η μανούλα, όταν ήταν 16 χρονών κοπελίτσα, αγάπησε ένα παλικάρι, κοπέλι Κρητικό, κι έμεινε έγκυος σε μένα. Ο πατερούλης, που ήτανε τότε 17 χρονών, χάρηκε πολύ και ήθελε να την παντρευτεί. Αλλά μετά από λίγες μέρες άνοιξε η γη και τον κατάπιε, ο πατερούλης εξαφανίστηκε! Η μανούλα έκλαιγε και χτυπιόταν, αλλά δεν μπόρεσε να τον βρει πουθενά. Μάλλον… οι γονείς του δεν την ήθελαν τη μανούλα επειδή ήταν φτωχή». Η Δάφνη τον ρωτάει: «Η οικογένεια του πατερούλη ήταν πλούσια;», τον ρωτάει: «ΟΥ, κι αυτοί φτωχοί ήταν. Η μανούλα έγκυος σε μένα έφυγε για την Αμερική κι εκεί βρήκε τον θετό μου πατέρα και τον παντρεύτηκε». Η Δάφνη αφού τον ρωτάει για τα πετρέλαια που κληρονόμησε, συνεχίζει: «Και τώρα εσύ ψάχνεις τον πατερούλη σου;». Ο Μύρος έχει βουρκώσει: «Ναι, αλλά δεν μπορώ να τον βρω. θέλουμε με τη μανούλα να του δώσουμε λεφτά. Δεν θέλουμε να πονεί… Η μανούλα δεν τον ξέχασε ποτέ», της λέει και η Δάφνη του υπόσχεται ότι θα του βρει αυτή τον πατέρα του. Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Η Βασιλική στα χέρια τον Ροκάκη
Ο Ροκάκης παρακολουθεί τη Βασιλική και δεν βλέπει την ώρα να την κάνει δική του. Η κατάστασή του είναι τραγική, ζει στην εξαθλίωση μέσα στην αποθήκη και κλέβει για να φάει, ενώ πίνει συνεχώς. Χαϊδεύει τη φωτογραφία της κι έχοντας αγκαλιά το φουστάνι της μονολογεί: «Σε λίγο, αγάπη μου, θα τελειώσουν όλα. Σήμερα είναι η δική μας μέρα, θα μας μείνει αξέχαστη…». Φοράει το καπέλο και τα γυαλιά και φεύγει από την αποθήκη. Την ίδια στιγμή, η Βασιλική βγαίνει από το μπάνιο της και ετοιμάζεται, ενώ ο Ροκάκης μπαίνει κρυφά στο σπίτι, φορώντας γάντια. Βγάζει ένα μαντίλι και ρίχνει πάνω του αναισθητικό. Καθώς η Βασιλική πάει να πάρει την τσάντα της, ο Ροκάκης την πλησιάζει από πίσω, της βάζει το μαντίλι στο πρόσωπο, την κρατάει ακίνητη και λιποθυμάει στα χέρια του. Τη σηκώνει στα χέρια και βγαίνει από το σπίτι. Στο πάτωμα έχει πέσει η τσάντα της και το μαντίλι με το χλωροφόρμιο, το οποίο θα βρει ο Mnv0s αργότερα, καθώς η Βασιλική δεν εμφανίζεται και ανησυχούν. Ο Ροκάκης μεταφέρει τη Βασιλική στην αποθήκη, την ξαπλώνει κάπου κι αφού την κοιτάζει με λατρεία, αρχίζει να τη χαϊδεύει… Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Ο Διαμαντής και η Δάφνη κινδυνεύουν!
Ο Διαμαντής και η Δάφνη πάνε μαζί κρουαζιέρα. Το ταξίδι αρχίζει και η Δάφνη δείχνει πολύ χαρούμενη, ενώ ο Διαμαντής δεν βλέπει την ώρα να την αγκαλιάσει: «Αχ, η θάλασσα. Αχ, τι όμορφα που είναι… Να ’σαι καλά, βρε Διαμαντή, που με ξεσήκωσες. Είμαι σίγουρη ότι αυτές οι διακοπές θα μου μείνουν αξέχαστες!», του λέει και ο Διαμαντής συνεχίζει να τη φλερτάρει: «Οσο πας κι ομορφαίνει, Δάφνη». Το ιστιοπλοϊκό βρίσκεται μεσοπέλαγα, όταν η Δάφνη διαπιστώνει ότι κάτι δεν πάει καλά: «Να σου πω. Σαν να κουνάει πολύ, αλλά και πάλι σαν να μην προχωράμε. Είμαστε σταματημένοι;», λέει λίγο ανήσυχη στον Διαμαντή. «Τώρα που το λες, κάτι συμβαίνει… Πάω να δω». Προχωράνε προς την τιμονιέρα, αλλά τα χάνουν καθώς βλέπουν τον καπετάνιο αναίσθητο. «Καλέ λιποθύμησε. Είμαστε ακυβέρνητοι», λέει στον Διαμαντή, ο οποίος έχει σκύψει για να πιάσει το σφυγμό του. Αυτός κοιτάζει έντρομος τη Δάφνη: «Δεν έχει σφυγμό. Είναι νεκρός!». Η Δάφνη παθαίνει πανικό: «Είναι νεκρός; Παναγιά μου! Είναι νεκρός; Γιατί είναι νεκρός;». Αισθάνεται τον κίνδυνο και αρχίζει να φωνάζει έντρομη στον Διαμαντή: «Πιάσε το τιμόνι. Σβήσε τις μηχανές. Άνοιξε τα πανιά. Κλείσε τα πανιά». Ο Διαμαντής πανικόβλητος της απαντάει: «Τι μου λες; Δεν έχω ιδέα απ’ αυτά». Τότε αρχίζει να ουρλιάζει και να τρέχει πάνω-κάτω: «Δεν έχεις ιδέα; Και μου το λες εδώ; Καταμεσής στο Κρητικό Πέλαγος, που το τρέμουν και οι θαλασσόλυκοι; Κάνε κάτι!». Ο Διαμαντής καταλαβαίνει ότι κινδυνεύει άμεσα η ζωή τους: «Τι να κάνω; Σού είπα δεν ξέρω, δεν έχω ιδέα». Το ιστιοπλοϊκό δέρνεται από τα κύματα, ενώ η Δάφνη φωνάζει με όλη της τη δύναμη: «Βοήθεια, βοήθεια, βοήθεια!» Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Νέος άντρας στη ζωή της Αναστασίας
Μετά από πολύ καιρό φτάνει στα Χανιά ο Αλέξης, ο γιος του φίλου του Παύλου που Θέλει να πασάρει στην Αναστασία. Η πρώτη γνωριμία γίνεται στο σπίτι του Παύλου, όπου υπάρχει έντονα ένα φλερτ μεταξύ τους. Στη συνέχεια, ο Παύλος καλεί τον Αλέξη στο τραπέζι της γιορτής όπου κάθονται δίπλα-δίπλα, μιλάνε και γελάνε. Απέναντι τους είναι ο Ματθαίος, ο οποίος ζηλεύει τρομερά. Κάποια στιγμή λέει ο Αλέξης στην Αναστασία: «Πάμε να χορέψουμε;». Η Αναστασία σηκώνεται και τον ακολουθεί;’ενώ ο Παύλος φωνάζει στους μουσικούς: «Παίξτε μωρέ το καλύτερό σας. Χορεύει η κόρη μου!». Αναστασία και Αλέξης χορεύουν μια σούστα και κοιτάζονται στα μάτια με συμπάθεια. Ο Ματθαίος τους βλέπει και είναι έτοιμος να σκάσει. Ο χορός Αναστασίας-Αλέξη τελειώνει, όλοι χειροκροτούνται σφυρίζουν. Τότε ο Ματθαίος σηκώνεται και πηγαίνει στην Αναστασία. Πριν φτάσει στη θέση της την πιάνει από το μπράτσο και με πάθος της λέει: «Να σου πώ» Αναστασία τον αποφεύγει «Τι θέλεις; Έχεις τρελαθεί; θέλεις να πλακωθείτε με τον πατέρα μου μέσα στη γιορτή;». Ο Ματθαίος όμως την κοιτάζει ευθεία στα μάτια και τη ρωτάει: «Πες μου κάτι… Σ’ αρέσει αυτός;» και η Αναστασία με υπεροψία του Απαντάει: «Ναι», κάνοντάς τον να βουρκώσει… Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Τα πρώτα καuτά φιλιά Σήφη – Άλκηστης
Η Άλκηστη με τον Αλκιβιάδη ετοιμάζονται να πάνε κι αυτοί στη γιορτή, όταν χτυπάει το κινητό της και είναι ο Σήφης: «Λυπήθηκα πολύ που δεν σε είδα όταν ήρθες σπίτι μου. θα βρεθούμε; θέλω να σε δω», της λέει πολύ ερωτικά, ενώ η καρδιά της Αλκηστης χτυπάει σαν ‘ τρελή: «Δεν ξέρω αν μπορώ. Φεύγουμε τώρα με τον Αλκιβιάδη να πάμε στη γιορτή, περιμένει και κάτι πελάτες του από την Αθήνα να έρθουν εκεί», του λέει, αλλά ο Σήφης επιμένει: «Αν πραγματικά θέλεις να με δεις έστω και για δέκα λεπτά θα βρεις τον τρόπο» και η Άλκηστη του υπόσχεται ότι θα προσπαθήσει. Ετσι και γίνεται, η Άλκηστη βρίσκει μια δικαιολογία να φύγει από το τραπέζι για λίγο και συναντάει τον Σήφη λίγο πιο κάτω σε έναν ερημικό δρόμο. Ο Σήφης την πλησιάζει κι αυτή τρέμει: «Τα κατάφερες τελικά;», της λέει και την πλησιάζει ακόμα πιο πολύ. «Είπα ψέματα, ότι προέκυψε ένα θέμα στο γραφείο. Δεν θα έρθεις στη γιορτή;», του απαντάει. Ο Σήφης την κοιτάζει στα μάτια και ξαφνικά την αρπάζει και τη φιλάει με πάθος για ώρα! Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Η ανακάλυψη πτώματος
Ο Σήφης με τον Αχιλλέα μιλάνε για όλα όσα έχουν γίνει τις τελευταίες μέρες, όταν φτάνει τρέχοντας ένας εργάτης από τα κτήματα. «Κύριε Γιαννάκη, τρέξτε, ελάτε. Τρέξτε». Ο Σήφης μες στα νεύρα που δεν μπορεί αν ηρεμήσει, τρέχει: «Τι έγινε, το κέρατό μου;», λέει και πίσω του ακολουθεί ο Αχιλλέας. Φτάνουν στο σημείο που η μηχανή έχει σκάψει για τη γεώτρηση. Παντού χώματα και ο οδηγός του εκσκαφέα δείχνει ανήσυχος στον Σήφη κάποια μακάβρια ευρήματα. Ο Σήφης τα χάνει καθώς βλέπει ανθρώπινα οστά και κομμάτια από ρούχα. Ο Αχιλλέας κοιτάζει γεμάτος φρίκη: «Ανθρώπινος σκελετός είναι;», ρωτάει. Ο Σήφης φωνάζει στους εργάτες: «Μακριά, μην πλησιάσει κανείς μέχρι να έρθει η αστυνομία. Εχει γίνει κάποιο έγκλημα εδώ. Πρέπει να έχουν περάσει τουλάχιστον δύο χρόνια». Ξαφνικά βλέπει κάτι να γυαλίζει ανάμεσα στα χώματα. Σκύβει, το πιάνει και βγάζει τα χώματα από πάνω του. Μόλις βλέπει τι είναι παθαίνει σοκ: «Το γνωρίζεις αυτό; Το μενταγιόν της Μελίνας είναι;», ρωτάει τον Αχιλλέα, ο οποίος άναυδος απαντάει: «Ναι, το Μπρούσκο»! Μπρούσκο Γ’ Κύκλος
Για την αρχική σελίδα « Μπρούσκο » πατήστε ΕΔΩ