Πληθαίνουν τα δημοσιεύματα στο διεθνή Τύπο για τις λάθος επιλογές που έγιναν στην περίπτωση της Ελλάδας και αντιμετώπισης της οικονομικής της κρίσης τόσο από την πλευρά της ίδιας όσο και από αυτή των Ευρωπαίων, με αποτέλεσμα εάν η έξοδος της χώρας από την €ζώνη είχε γίνει το 2010 σήμερα η ιστορία θα ήταν εντελώς διαφορετική, με την Ελλάδα να είχε μπει για τα καλά στο μονοπάτι της ανάπτυξης.
«Το πρόγραμμα» δεν βγαίνει, όπως και να το δει κανείς.
Αυτό είναι εν ολίγοις το συμπέρασμα διεθνών οικονομικών αναλυτών οι οποίοι τονίζουν το γεγονός ότι η λάθος αντιμετώπιση της κρίσης έχει τις ρίζες πίσω στο 2010 όταν και αυτή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά.
Ένας από αυτούς είναι ο J. Bradford DeLong καθηγητής Οικονομικών στο διάσημο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια Μπέρκλεϊ (Βerkeley) και επιστημονικός συνεργάτης στο Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών. NBER (The National Bureau of Economic Research).
Εκτός όμως από τις ακαδημαικές θέσεις του ο B. DeLong δεν είναι ένα τυχαίο άτομο καθώς έχει διατελέσει Αναπληρωτής Βοηθός υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της θητείας του Bill Clinton στο Λευκό Οίκο.
Σε άρθρο του στο project syndicate ο DeLong και ξεκινώντας από την μεγάλη οικονομική κρίση και το κράχ στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης το 1929 αναφέρει πω ς ήλπιζε αυτή η κρίση να είχε δώσει ένα καλό μάθημα σε όσους σήμερα καλούνται να διαχειριστούν την ευρωπαϊκή και ελληνική κρίση.
Μάλιστα ο ‘ίδιος αναφέρει πως έκανε λάθος στην αξιολόγησή της ανησυχώντας ότι οι ευρωπαίοι είναι έτοιμοι να επαναλάβουν λάθη του παρελθόντος με πολύ πιο βίαιο τρόπο.
Πιο συγκεκριμένα γράφει ο Αμερικανός καθηγητής:
«Όταν η ελληνική κρίση χρέους ξεσπούσε το 2010, πίστευα ότι τα διδάγματα της ιστορίας ήταν τόσο προφανή και ότι ο δρόμος προς μια λύση θα ήταν απλός.
Η λογική ήταν σαφής: Αν η Ελλάδα δεν ήταν μέλος της ευρωζώνης, η καλύτερη επιλογή θα ήταν η στάση πληρωμών και η αναδιάρθρωση του χρέους της, με υποτίμηση του νομίσματος της.
Όμως, επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ήθελε την Ελλάδα εκτός Ευρωζώνης, καθώς αυτό θα αποτελούσε ένα σημαντικό πλήγμα για την Ε.Ε. και το «γόητρό» της, θα έπρεπε να προσφέρουν αρκετή βοήθεια, υποστήριξη, ελάφρυνση χρέους, καθώς και βοήθεια σχετικά με τις πληρωμές για την αντιστάθμιση τυχόν πλεονεκτημάτων που θα μπορούσε να κερδίσει από την έξοδο από τη νομισματική ένωση.
Αντ “αυτού, οι πιστωτές της Ελλάδας επέλεξαν «να σφίξουν τα λουριά».
Αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι σε πολύ χειρότερη μοίρα σήμερα, σε σχέση με το πως θα ήταν αν είχε εγκαταλείψει το ευρώ το 2010.
Η Ισλανδία, η οποία επλήγη από την οικονομική κρίση το 2008, είναι το αντίθετο παράδειγμα. Η Ελλάδα παραμένει βυθισμένη στην κατάθλιψη και η Ισλανδία – η οποία δεν είναι καν στην ευρωζώνη – έχει ουσιαστικά ανακάμψει».
«Για να είμαστε ακριβείς» , εξηγεί ο DeLong «ο Αμερικανός οικονομολόγος Barry Eichengreen υποστήριζε το 2007, ότι τα τεχνικά θέματα είναι αυτά που κάνουν την έξοδο από την ευρωζώνη δύσκολη, δαπανηρή και επικίνδυνη. Αλλά αυτό είναι μόνο η μία όψη».
Χρησιμοποιώντας την Ισλανδία ως μέτρο σύγκρισης , ο DeLong αναφέρει ότι το κόστος για την Ελλάδα από την έξοδο σήμερα από την ευρωζώνη ισοδυναμεί με το 75% ενός ετήσιου ΑΕΠ.
«Είναι δύσκολο για μένα να πιστεύω ότι εάν η Ελλάδα είχε εγκαταλείψει το ευρώ το 2010, η οικονομική επίπτωση θα ανερχόταν σε κάτι παραπάνω από το ένα τέταρτο αυτού . Επιπλέον, φαίνεται εξίσου απίθανο ότι η άμεση επίδραση εξόδου από την ευρωζώνη σήμερα θα είναι μεγαλύτερη από ό, τι τα μακροπρόθεσμα κόστη των μέτρων λόγω της επιμονής των πιστωτών στην Ελλάδα της λιτότητας.
Η επιμονή αυτή αντανακλά την προσήλωση της χάραξης πολιτικής στην ΕΕ – ιδίως στη Γερμανία – σε ένα εννοιολογικό πλαίσιο που τους έχει οδηγήσει με συνέπεια να υποτιμούν τη σοβαρότητα της κατάστασης και να προτείνουν πολιτικές που κάνουν τα πράγματα χειρότερα.
Τον Μάιο του 2010, το ΑΕΠ στην Ελλάδα είχε μειωθεί κατά 4% σε ετήσια βάση.
Η ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προέβλεπαν ότι το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης θα οδηγούσε το ελληνικό ΑΕΠ σε πτώση 3% κάτω από τα επίπεδα του 2010, πριν η οικονομία αρχίσει να επανακάμπτει το 2012 ,όπως έλεγαν.
Μέχρι τον Μάρτιο του 2012, ωστόσο, η πραγματικότητα ήταν διαφορετική. Πολύ διαφορετική.
Με το ΑΕΠ να κινείται στο 12% κάτω από τα επίπεδα του 2010, το 2012 ένα δεύτερο πρόγραμμα τέθηκε σε εφαρμογή.
Μέχρι το τέλος του έτους, το ΑΕΠ είχε μειωθεί στο 17% κάτω από τα επίπεδα του 2010.
Το ΑΕΠ στην Ελλάδα είναι πλέον 25% κάτω από τα επίπεδα του 2009.
Και ενώ κάποιοι προβλέπουν ανάκαμψη το 2016, δεν μπορώ να αντιληφθώ πώς η όποια ανάλυση των στοιχείων μπορεί να δικαιολογήσει αυτή την πρόβλεψη.
Ο κύριος λόγος που οι προβλέψεις ήταν τόσο λάθος είναι ότι εκείνοι που τις κάνουν έχουν υποτιμήσει χρόνια την επίδραση των κρατικών δαπανών στην οικονομία – ειδικά όταν τα επιτόκια είναι κοντά στο μηδέν. Και όμως η σαφής αποτυχία των μέτρων λιτότητας για την επανεκκίνηση της οικονομίας στην Ελλάδα και την υπόλοιπη ευρωζώνη δεν προκάλεσε την επαναχάραξη πολιτικής.
Αντ “αυτού, φαίνεται να επιμένουν ότι όσο πιο βαθιά είναι η κρίση, τόσο πιο επιτυχής θα είναι η ώθηση για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις…»
Και ο Αμερικανός καθηγητής συνεχίζει:
«Όπως και στην δεκαετία του 1930 -όπως επισημαίνει ο αμερικανός σχολιαστής Matthew Yglesias-τα κέντρο-αριστερά κόμματα της Ευρώπης αναγνώριζαν ότι η πολιτική που ακολουθείτο δεν δούλευε, αλλά παρ “όλα αυτά δεν κατάφεραν να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση. Και κάπως έτσι προέκυψε ο Χίτλερ».
Επικαλούμενος τον ίδιο σχολιαστή ο καθηγητής Οικονομικών του Μπέρκλεϊ αναφέρει ότι η διαφωνία στην πολιτική βάναυσης λιτότητας αφήνεται σε λαϊκιστές όπως η Μαρί Λεπέν στην Γαλλία και ο Πέπε Γκρίλο στην Ιταλία. Όλα αυτά λόγω της αδυναμίας της κεντροαριστεράς να “σκίσει το βιβλίο των κανονισμών».
Τέλος ως συμπέρασμα ο DeLong αναφέρει:
Ότι αν η Ελλάδα είχε εγκαταλείψει το ευρώ και την €ζώνη το 2010 η ζημιά θα ήταν πολύ μικρότερη, πάρα πολύ μικρότερη και απόλυτα διαχωρίσιμη από ότι θα ήταν σήμερα και στα χρόνια που θα ακολουθούσαν μέχρι και σήμερα η χώρα θα είχε επανακάμψει με έχοντας όμως δικό της, εθνικό νόμισμα , ανάπτυξη και ΑΕΠ το οποίο θα ενδεχομένως να είχε ξεπεράσει και αυτό του 2009.